Η Ελλάδα σήμερα βιώνει μια βαθιά οικονομική κρίση, μια κρίση η οποία έχει επηρεάσει όλους τους τομείς της οικονομίας, επηρεάζοντας όλους τους παραγωγικούς τομείς της χώρας. Η κοινωνική επιχειρηματικότητα είναι δημοφιλής εδώ και πολλά χρόνια (Moulaert και Ailenet 2005) και ειδικότερα μετά την οικονομική κρίση που έπληξε τη Μεγάλη Βρετανία του 1980, όπου τότε η πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ θεώρησε σημαντικό να συνδέσει την επιχειρηματικότητα και την οικονομία με την τότε κοινωνική δομή του κράτους (Κορρές 2014).
Εφαρμόζοντας την κοινωνική επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα οι συνεταιρισμοί μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο, αρκεί να μπορέσουν να αξιοποιηθούν από τον κρατικό μηχανισμό. Αυτοί οι φορείς μπορούν να αναπτύξουν σε μεγάλο βαθμό τη συνεργατική οικονομία, να λειτουργήσουν ως βάση ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας. Ειδικά οι νησιωτικές περιοχές, χρειάζονται άμεσα την αρωγή των συνεταιρισμών, αφού μέχρι σήμερα βασίζονται κυρίως στο τουρισμό (Γκαρτζονίκα και Καλτσά 2014). Προς αυτή την κατεύθυνση λειτουργεί και το Δίκτυο Κ.Α.Π.Α. (Κέντρο Υποστήριξης & Ανάπτυξης Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων) που στόχος τους είναι η προώθηση των συνεταιρισμών και της συνεταιριστικής εκπαίδευσης καθώς και η διαμόρφωση του σχετικού νομικού πλαισίου αναδεικνύοντας με αυτό τον τρόπο τα κενά που εντοπίζονται στην Ελλάδα.
Με την εμφάνιση και την ανάπτυξη στα τέλη του 18ου και αρχές του 19ου αιώνα των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, πρώτοι οι ουτοπιστές σοσιαλιστές (Σαιν – Σιμόν, Φουριέ και Όουεν) (Yaldarov 2017), παρατήρησαν τις αντιθέσεις και τις αντινομίες του καπιταλιστικού συστήματος. Για το ξεπέρασμα αυτών των καπιταλιστικών σχέσεων και την αντιμετώπιση της εκμετάλλευσης των εργατών και των άλλων εργαζομένων, η οποία γινόταν εντονότερη όσο αναπτύσσονταν οι παραγωγικές δυνάμεις, πρότειναν την ένωση των εργατών βιοτεχνών, επαγγελματιών, αγροτών, κ.λπ. Κάμποσες τέτοιες προσπάθειες είχαν γίνει τότε στην πράξη, όλες όμως απέτυχαν γιατί ήταν ουτοπικές για την εποχή εκείνη. Δεν είχαν δημιουργηθεί ακόμα οι κατάλληλες – ώριμες συνθήκες για μια τέτοια οργάνωση.
Αυτές δημιουργήθηκαν αργότερα στις πρώτες δεκαετηρίδες του 19ου αιώνα με την γοργή ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Τότε μόνο (στα 1844) μπόρεσε να ιδρυθεί ο πρώτος πραγματικός – σύγχρονος συνεταιρισμός, στο Rochdale του Manchester στην Αγγλία, ο οποίος θεωρείται και η απαρχή του συνεταιριστικού κινήματος στον κόσμο. Ο συνεταιρισμός αυτός δημιουργήθηκε από 28 εργάτες και τεχνίτες (27 άνδρες και μία γυναίκα) που εργάζονταν κυρίως στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας. Τα άτομα αυτά δημιούργησαν έναν συνεταιρισμό δημιουργώντας το κεφάλαιο του με την συμμετοχή της μίας λίρας ο καθένας. Το έργο του συνεταιρισμού ήταν να προμηθεύει σε λογική τιμή, στα μέλη του προϊόντα και αγαθά που χρειάζονταν αλλά μεριμνούσαν και για άλλες ανάγκες τους όπως η στέγαση τους.

Εικόνα 1 1 & Εικόνα 1 2: To μουσείο του Rochdale του Manchester στην Αγγλία
Πηγή: https://www.visitmanchester.com/things-to-see-and-do/explore/rochdale
Ο συνεταιρισμός αυτός που υπάρχει ως τώρα με μεγάλη οικονομική και κοινωνική δράση, καθιέρωσε με το καταστατικό του τις συνεταιριστικές αρχές που βασικά ισχύουν και σήμερα. Έτσι ξεκίνησε ο συνεταιρισμός, σαν μια οργάνωση των εργαζομένων, για να επεκταθεί σύντομα, πρώτα στις ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης και ύστερα σε όλον τον κόσμο. Σήμερα δεν υπάρχει γωνιά στον κόσμο που να μην υπάρχουν και δρουν συνεταιρισμοί (AGMA, 2021)
Στη χώρα μας ο συνεταιρισμός σαν θεσμός, με την σύγχρονη δηλαδή μορφή του, εμφανίστηκε μόλις το 1900 και θεσμοθετήθηκε το 1915. Ο πρώτος νόμος περί συνεταιρισμών (Νόμος 602/1915) βασίστηκε στο γερμανο-αυστριακό μοντέλο και άφηνε πολλές ελευθερίες στα μέλη και τη γενική συνέλευση (Αβδελίδης 1986). Η πορεία των συνεταιρισμών στην χώρα μας είναι μακρόχρονη η δημιουργία όμως των γυναικείων συνεταιρισμών έχει την σφραγίδα της πορείας της χώρας στα πλαίσια της Ε.Ε.

Η παρούσα έρευνα είχε στόχο να διερευνήσει τις γνωστικές και μεταγνωστικές δεξιότητες των χαρισματικών παιδιών αλλά και τη χρήση των ΤΠΕ στην ανάπτυξη των συγκεκριμένων δεξιοτήτων. Η παρούσα μελέτη χρησιμοποίησε τη συστηματική ανασκόπηση ερευνητικής βιβλιογραφίας. Για τη συλλογή δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν ερευνητικά άρθρα και βιβλία. Συγκεκριμένα χρησιμοποιήθηκαν 229 πρωτογενείς και δευτερογενείς πηγές, που αποτελούσαν άρθρα δημοσιευμένα σε επιστημονικά περιοδικά, βιβλία και κεφάλαια βιβλίων, και τέλος διατριβές. Οι ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για την αναζήτηση των πρωτογενών πηγών ήταν το Google Scholar και οι λέξεις – κλειδιά που χρησιμοποιήθηκαν ήταν: ” cognitive skills “, ” metacognitive skills “, «gifted children “, ” ICT and metacognitive skills ” και ” ICT metacognitive skills and gifted children “. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης τα χαρισματικά παιδιά προχωρούν στο ίδιο επίπεδο με τα κανονικά παιδιά που είναι μεγαλύτερα, επιδεικνύουν υψηλή ικανότητα συλλογιστικής, δημιουργικότητα, περιέργεια, μεγάλο λεξιλόγιο και εξαιρετική μνήμη, κατανοούν τις έννοιες με λίγες επαναλήψεις και είναι τελειομανείς. Μερικοί μαθητές έχουν πρόβλημα στην επικοινωνία με τους συμμαθητές τους λόγω των διαφορών στο μέγεθος του λεξιλογίου (ειδικά στα πρώτα χρόνια), της προσωπικότητας, των ενδιαφερόντων και των κινήτρων. Η δυνατή σκέψη για επίλυση προβλήματος βοηθά στη μεταγνώση των χαρισματικών μαθητών. Επίσης η ανατροφοδότηση διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο, έτσι ώστε οι μαθητές να χρησιμοποιούν τις μεταγνωστικές στρατηγικές. Μακροπρόθεσμα, η δυσκολία που δημιουργεί τον προβληματισμό και την ανάλυση του τι μαθαίνει αυξάνει σημαντικά τη μάθηση. Τέλος οι ΤΠΕ συμβάλλουν στην ανάπτυξη των γνωστικών και μεταγνωστικών δεξιοτήτων των χαρισματικών παιδιών καθώς παρέχουν ευκαιρίες για αυτοκατευθυνόμενη μάθηση, αμοιβαία ανατροφοδότηση, σύγκριση αντιφατικών ερμηνειών. Τέλος η τεχνολογία μπορεί να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών χαρισματικών μαθητών.

Η απασχόληση της γυναίκας συνδέεται άμεσα με το οικονομικό περιβάλλον κάθε περιοχής και εποχής. Ποιους τομείς περιλαμβάνει η οικονομία, σε τι βαθμό, τη ανάπτυξη έχουν, είναι ερωτήματα αποφασιστικής σημασίας για τη μελέτη της γυναικείας εργασίας σε μια συγκεκριμένη περίοδο. Εξίσου μεγάλη σημασία έχει και ο θεσμός της οικογένειας και τι μορφές έχει πάρει αυτός κατά τη διαδρομή του στο χρόνο. Οι δύο αυτοί παράγοντες αλληλεξαρτώνται και αλληλοεπηρεάζονται ενώ με τη σειρά τους επηρεάζουν τη γυναικεία απασχόληση.

Στην προβιομηχανική περίοδο, τόσο για τον άνδρα όσο και για τη γυναίκα, οι χώροι κατοικίας και εργασίας ταυτίζονταν. Η γυναικεία απασχόληση (τι καθήκοντα θα αναλάβει μέσα στην οικογενειακή μονάδα εργασίας) επηρεάζεται κυρίως από κοινωνικούς παράγοντες (θέση της γυναίκας στην κοινωνία κλπ.). Η ίδια η οικογένεια έχει διευρυμένη μορφή (παραπάνω από μία συγγενικές μονάδες στον ίδιο χώρο) ενώ η συμβολή της γυναίκας στην εκμετάλλευση ήταν απαραίτητη. Η συνεισφορά τους την περίοδο αυτή ήταν καθοριστική και απαραίτητη για την βιωσιμότητα της οικογενειακής μονάδας. Οι δραστηριότητές τους μοιράζονται ανάμεσα στην οικογένεια, την αγροτική επιχείρηση και την εμπορική δραστηριότητα. Η προσφορά τους είναι αρμονικά μοιρασμένη στις ανωτέρω δραστηριότητες και τυγχάνει σημαντικής αναγνώρισης. Η μισθωτή εργασία ακόμα δεν εμφανίζεται σε αξιόλογο βαθμό (δεν παρατηρείται συγκέντρωση κεφαλαίου και εργατικών χεριών) ενώ ο κυρίαρχος τομέας της οικονομίας είναι ο αγροτικός με την βιομηχανία και τις υπηρεσίες να μην εμφανίζουν σημαντικό βαθμό ανάπτυξης (Tsobanoglou, 2011).

Η παρούσα εργασία αποτελεί την πτυχιακή εργασία μου ως φοιτητή του τμήματος Βιβλιοθηκονομίας και Συστημάτων Πληροφόρησης του ΤΕΙ Αθήνας. Για την ολοκλήρωση της εργασίας μου ερεύνησα και μελέτησα αρκετά συγγράμματα και άλλα βοηθήματα, τα οποία παραθέτω στον Πίνακα Επιλεγμένης Βιβλιογραφίας. Κατά την έρευνά μου εφάρμοσα την μέθοδο της Ιστορικο-Φιλολογικής Κριτικής των πηγών.

Η εργασία μου στο σύνολο της απαρτίζεται από μια εκτενή εισαγωγή για την Ιστορία της Βουλής των Ελλήνων και τρία κεφάλαια. Το πρώτο κεφάλαιο αναφέρεται στην Ίδρυση της Βιβλιοθήκης και στις δωρεές προς αυτήν. Το δεύτερο κεφάλαιο περιλαμβάνει τα έργα της Βιβλιοθήκης και το τρίτο κεφάλαιο αφορά στην σύγχρονη κατάσταση της Βιβλιοθήκης και την κτιριακή συγκρότησή της. Στο τέλος της εργασίας παρουσιάζω το παράρτημα εικόνων και κειμένων της Ιστορικής Βιβλιοθήκης της Βουλής των Ελλήνων.

Ευχαριστώ και από τη θέση αυτή τον επόπτη-καθηγητή της πτυχιακής εργασίας μου, κ. Παναγιώτη Νταβαρίνο, για τις πολύτιμες υποδείξεις του για την περάτωση της.